Το διαβολογέφυρο της Μουρμουρίτας στο Βελεντζικό Άρτας
Ένα από τα πάμπολλα δημιουργήματα της φύσης είναι το κομψότατο «Διαβολογέφυρο» της Μουρμουρίτας με την πλούσια κι εντυπωσιακή μυθόλουστη ιστορία του.
Το φυσικό γεφύρι της Μουρμουρίτας είναι μοναδικό στο είδος του, σπανιότατο τόσο στον τόπο δημιουργίας του, όσο και στην πλούσια κι έντονη φαντασιώδη επένδυσή του.
Βρίσκεται στη φοβόφερτη και απόκεντρη περιοχή της Μουρμουρίτας στην κοίτη του ρέματος Γερομπόρου, ανάμεσα από τα χωριά Βελεντζικό και Παλιοδιάσελλο, στο στενό και κατάφυτο παλιό μονοπάτι που αντάμωνε το Βελεντζικό με τον οικισμό Καρυές του Παλιοδιάσελλου και οικισμούς της Άνω Καλεντίνης, που βρίσκονται κοντά στο μοναστήρι της Ροβέλιστας. Η προσέγγισή του αρκετά δύσκολη και κοπιώδης καθόσον το παλιό μονοπάτι, σε ορισμένα σημεία, έχει καταρρεύσει και απαιτείται ν’ ακολουθήσεις τη γεμάτη μικροκαταρράκτες κοίτη του ρέματος για να το προσεγγίσεις. Πριν από το νεκροταφείο του γραφικού Βελεντζικού ένα δυσκολοδιάβατος, με αγροτικό αυτοκίνητο, χωματόδρομος σε οδηγεί στην κατηφόρα των τελευταίων σπιτιών του χωριού. Μετά υποχρεώνεται να ακολουθήσεις το παλιό μονοπάτι σ’ ένα μαγευτικό Ρουμάνι απαρτιζόμενο από θαλερούς θάμνους και θεριεμένα δέντρα, να περπατάς πότε δίπλα και πότε μέσα στην κοίτη του ρέματος, με τη συνοδεία πάντα του έντονου μουρμουρητού των γάργαρων νερών και τη μαγευτική συναυλία της φτερωτής πανίδας.
Το ειδυλλιακό τοπίο όσο απομακρύνεται από τον οικισμό γίνεται μαγευτικότερο στη θέα, αλλά στη σκέψη επικρατεί η αμηχανία και στην καρδιά επέρχεται η φοβία της δαιμονοκρατούμενης Μουρμουρίτας (ονομασία τοποθεσίας). Η θέα ενός μικρού εικονοστασίου σηματοδοτεί την παρουσία του Διαβολογέφυρου και καθώς ακολουθείς το μονοπάτι περνάς επάνω του χωρίς να αντιληφθείς ότι πέρασες στην απέναντι όχθη του ρέματος. Η ομοιομορφία της περιοχής δεν αισθητοποιεί την άφιξή σου στο φυσικό γεφύρι, παρά μόνο η διακοπή της θέας της κοίτης πιστοποιεί την ύπαρξη του γεφυριού. Οι θάμνοι και τα χοντρόκορμα δέντρα που κατοικούν στο οδόστρωμα του γεφυριού παρέχουν την ίδια εικόνα με τη γύρω περιοχή και σε ξεγελά, σε απατά.
Χωρίς καμιά ανθρώπινη επέμβαση το νερό ολομόναχο διάβρωσε σιγά-σιγά τον πελώριο πορώδη ογκόλιθο, τον τρύπησε και με τη μεγάλη διαβρωτική του τέχνη, διεύρυνε και αύξησε το άνοιγμα. Οι μεγάλες νεροποντές με τις έντονες καταβασιές φάρδυναν και μεγιστοποίησαν το άνοιγμα και σαν άριστοι και ακούραστοι τεχνίτες διαμόρφωσαν γραφικότατη καμάρα ικανή να διοχετεύει τα νερά και των μεγαλύτερων πλημμυρών. Το αδιάκοπο κατρακύλημα των διαβρωτικών νερών βαθαίνει συνεχώς την κοίτη και μεγαλώνει το άνοιγμα της φυσικής καμάρας. Τα νερά του ρέματος δεν ξανακαβαλίκεψαν τον πελώριο πορώδη βράχο με αποτέλεσμα να φυτρώσουν επάνω και δίπλα από το σώμα του γεφυριού, πολλοί θάμνοι, μεγάλα δέντρα και να κρεμαστούν στα πλάγια αναρριχητικά φυτά αποκρύβοντας το γεφύρι.
Χρειάστηκε να κατεβούμε στην κοίτη του ποταμού, να ξυποληθούμε και πορευτούμε ακριβώς κάτω από την καμάρα του, για να δούμε ένα μεγαλούργημα της φύσης, έναν θαυμάσιο ανάγλυφο θόλο πλημμυρισμένο από μικρούς καφέ πράσινους σταλαχτίτες. Η εξημμένη φαντασία μας και η μεγάλη ποικιλία σχημάτων των σταλαχτιτών σχηματοποίησε ανθρώπινες μορφές, σώματα ζώων, πτηνών, φυτών, καρπών και ολόκληρη αναπαράσταση από συμπεθεριακό, το οποίο μαρμάρωσε σύμφωνα με την ντόπια παράδοση, την ώρα που σταμάτησε να ξεκουραστεί. Η θαυματοποιός φύση στόλισε και τα πλαϊνά της φυσικής καμάρας με ανάλογη τεχνοτροπία και δημιούργησε μια σπανιότατη εικόνα. Από την οροφή της γραφικής καμάρας κρέμασε, δίκην προρφυρόχρωμων αλυσίδων και γαλαλοπράσινων σταλαχτιτών, αρκετές ρίζες των υπερκείμενων φυτών, οι οποίες διαπέρασαν το σώμα του γεφυριού και αιωρούνται στο ρυθμό της ποταμίσιας αύρας. Πολλά αναρριχητικά φυτά κατηφόρισαν στα πλαϊνά του γεφυριού και σχημάτισαν γραφικό παραπέτασμα, το οποίο απέκρυψε την πλευρική θέα του εμποδίζοντας και το ηλιακό φως να περάσει δημιουργώντας έτσι σκιερό χώρο.
Πρόκειται για ένα περιβάλλον κατάλληλο για τη δημιουργία φαντασιώσεων […] οι ευφάνταστοι άνθρωποι έπλασαν απίθανες δοξασίες και θρόνιασαν τους δαίμονες και τα κακά πνεύματα στο χώρο του φοβόφερτου φυσικού γεφυριού. […].
Ο απόηχος του διαβολογέφυρου
Παρόλο που οι καιροί άλλαξαν, το πνευματικό επίπεδο των ανθρώπων της υπαίθρου ανέβηκε, οι δύσκολες τοπικές συνθήκες των γεωργοκτηνοτρόφων βελτιώθηκαν και ο πολιτισμός διείσδυσε και ανηφόρισε και στον τελευταίο οικισμό της χώρας μας, ωστόσο δεν εκτοπίστηκαν τελείως οι προλήψεις και οι δεισιδαιμονίες. Πολλές αφηγήσεις και ζωντανά σχόλια των κατοίκων της περιοχής είναι τόσο έντονα που σε βάζουν σε δίλλημα και αμφισβήτηση.
Αρκετοί από τους κατοίκους της περιοχής, ιδίως ηλικιωμένοι πιστεύουν ότι πραγματικά στο γεφύρι αυτό, την παλιά εποχή, σύχναζαν οι διάβολοι κι ενοχλούσαν τους περαστικούς, ιδίως κατά τη διάρκεια της νύχτας. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που φοβούνται και σήμερα να περάσουν από το χώρο του γεφυριού και το αποφεύγουν, όπως το απέφευγαν και παλιότερα. Ο 78χρονος κάτοικος του Βελεντζικού, Ιωάννης Ζαχάρης υποστηρίζει με έμμονο πείσμα, ότι υπήρχαν δαιμονικά και διηγείται ότι μια φορά περνώντας η μητέρα του νύχτα από το γεφύρι αυτό, του απάντησε την ώρα που χόρευαν επάνω στο γεφύρι. Πιάστηκε κι αυτή στο χορό τους, γιατί έτσι έπρεπε να αντιδράσει, για να σωθεί, και όταν λάλησαν τα κοκόρια και σκόρπισαν στα ρέματα οι διάβολοι, επέστρεψε στο σπίτι της άφωνη, τρομαγμένη και σε άθλια κατάσταση. Πέρασαν αρκετές ημέρες χωρίς μιλιά και χρειάστηκε η επίσκεψή της, αρκετές φορές, στο μοναστήρι της Ροβέλιστας για απανωτά ευχολόγια, εξορκισμούς και η βοήθεια των γιατρών, για να ανακτήσει τη φωνή της και να αποκατασταθεί η ψυχική της υγεία.
Αρκετά ταιριαστός με το διαβολοκρατούμενο γεφύρι της Μουρμουρίτας είναι και ο παρακάτω μύθος, ο οποίος συνδέεται με το γεφύρι. «Την παλιά εποχή κατέβαινε από την εκκλησία του Βελεντζικού ένα συμπεθεριακό, από το απέναντι χωριό της Παναγιάς Διασέλλου, αφού είχαν πάρει νύφη μια όμορφη νέα από το Βελεντζικό. Μετά τα στέφανα γύριζαν στο χωριό του γαμπρού το Διάσελλο και καθώς κατηφόριζαν στο μονοπάτι κι έφτασαν στο Διαβολογέφυρο της Μουρμουρίτας σταμάτησαν να ξεκουραστούν και να πιουν νερό από την πηγή που ανάβλυζε δίπλα από το γεφύρι. Μερικές γυναίκες θαμπωμένες από την ομορφιά της νύφης και αναλογιζόμενες την πάντα κακιά συμπεριφορά της πεθεράς της είπαν: «Τι κρίμα που είναι τέτοια όμορφη νύφη θα υποφέρει σίγουρα στη ζωή της από την κακιά πεθερά της». Τη συζήτηση την άκουσε η κομψή και αγνή νύφη και ευχήθηκε: «Αν είναι να υποφέρω στη ζωή μου καλύτερα να μαρμαρώσουμε όλοι εδώ, όπως είμαστε». Η προσευχή της νύφης εισακούστηκε και αμέσως όλοι μαρμάρωσαν και αποτυπώθηκαν στην οροφή της καμάρας του γεφυριού: Έτσι δικαιολογούν τις παράξενες σχηματικές παραστάσεις των σταλαχτιτών του γεφυριού, όπου κάποιες μοιάζουν με καβαλάρηδες, οργανοπαίχτες, νύφη, μουλάρια κλπ.
Οι περισσότεροι ηλικιωμένοι κάτοικοι του χωριού έχουν να διηγηθούν και κάποια ιστορία σχετικά τους διαβόλους του γεφυριού της Μουρμουρίτας και όλοι αναφέρονται σε κάποιο γεγονός, που έτυχε στους ίδιους ή τους συγγενείς τους. Από το βάθος των αναμνήσεών τους διαφαίνεται καθαρά η πεποίθησή τους, ότι στο χώρο αυτό σύχναζαν κακά πνεύματα κι ενοχλούσαν τους περαστικούς. Μερικοί μάλιστα διστάζουν ακόμη και σήμερα να κατεβούν κάτω από την καμάρα του γεφυριού, για να μην πάθουν κάποιο κακό.
ΠΗΓΗ: «Μύθοι και παραδόσεις μνημείων και τοποθεσιών του νομού Άρτας» του Αριστείδη Σχισμένου (συγγραφέα-εκπαιδευτικού).